Διάφορες παθήσεις του θυρεοειδούς αδένα μπορούν να προκαλέσουν υπερλειτουργία ή υπολειτουργία αυτού. Όταν υπερλειτουργεί, τότε το σύνδρομο ονομάζεται υπερθυρεοειδισμός και ο ασθενής παρουσιάζει συνήθως νευρικότητα, απώλεια βάρους, εφίδρωση, ταχυκαρδία και αρρυθμίες. Όταν ο αδένας υπολειτουργεί τότε το σύνδρομο ονομάζεται υποθυρεοειδισμός, με κύρια χαρακτηριστικά τη νωθρότητα, τη βραδυκαρδία και ορισμένες φορές και την παχυσαρκία. Από την αντικειμενική εξέταση μπορεί να φανεί μια αύξηση μεγέθους του αδένα, δυσκολία στην κατάποση, βράγχος φωνής ή αναπνευστικός συριγμός. Όλα τα παραπάνω όταν διαπιστωθούν από τον κλινικό ιατρό – συνήθως ενδοκρινολόγο ή παθολόγο – θα οδηγήσουν τον ασθενή σε έναν βασικό αρχικό έλεγχο ο οποίος περιλαμβάνει κατάλληλες αιματολογικές εξετάσεις και ένα υπερηχογράφημα θυρεοειδούς αδένα, παραθυρεοειδών αδένων και τραχήλου.
Το υπερηχογράφημα του θυρεοειδούς αποτελεί την απεικονιστική εξέταση εκλογής για παθήσεις του θυρεοειδούς και των παραθυρεοειδών αδένων, ενώ είναι σημαντική η χρησιμότητα του στην αξιολόγηση των τραχηλικών λεμφαδένων. Με το υπερηχογράφημα, ο θυρεοειδής αδένας ελέγχεται για τις διαστάσεις του, την ομοιογένεια ή μη του παρεγχύματος και την παρουσία όζων. Συνήθεις καταστάσεις που διαγιγνώσκονται με τον υπέρηχο του θυρεοειδούς είναι οι όζοι, η οζώδης βρογχοκήλη, η θυρεοειδίτιδα Hashimoto, η νεοπλασία κ.α. Επίσης με το υπερηχογράφημα του θυρεοειδούς διαγιγνώσκονται αδενώματα των παραθυρεοειδών αδενών. Με το υπερηχογράφημα τραχήλου ελέγχεται η παρουσία τραχηλικών λεμφαδένων και αξιολογείται το μέγεθος και το σχήμα τους. Οι όζοι του θυρεοειδούς αδένα είναι πολύ συχνοί και έχει υπολογισθεί ότι μία στις 12 με 15 γυναίκες και ένας στους 45 με 50 άνδρες έχουν όζο στον θυρεοειδή. Όζος του θυρεοειδούς είναι ένα «εξόγκωμα» σε ένα φυσιολογικό αδένα. Οι περισσότεροι όζοι του θυρεοειδούς είναι ασυμπτωματικοί. Μπορούν να παρουσιαστούν ως ψηλαφητή μάζα στον τράχηλο ή να δώσουν την αίσθηση τάσης στην περιοχή. Σε εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις παρουσιάζεται πόνος ή δυσκαταποσία. Από τους ασθενείς που είναι ασυμπτωματικοί, εάν εξετασθούν με υπερηχοτομογράφο, το 50 με 70% έχουν όζο. Λιγότερο από το 5% αυτών θα έχουν κακοήθεια, ενώ οι περισσότεροι είναι κύστεις. Οι πιο συχνοί τύποι καλοηθών όζων είναι τα αδενώματα, οι κύστεις και η θυρεοειδίτιδα Hashimoto. Το 60% των κακοηθών όζων είναι θηλώδες καρκίνωμα. Το υπερηχογράφημα έχει την ικανότητα να μετρά τον όγκο του αδένα και τον αριθμό και το μέγεθος των όζων που υπάρχουν. Η διακριτική ικανότητα φθάνει στο να ανιχνεύει όζους 2-4 χιλιοστά. Ανάλογα με τη σύσταση τους οι όζοι διακρίνονται σε συμπαγείς, κυστικοί και μεικτοί δηλαδή με συμπαγή και κυστικά στοιχεία. Οι καθαρά κυστικοί όζοι είναι πάρα πολύ σπάνιοι. Αν και το υπερηχογράφημα δεν μας επιτρέπει τον απόλυτο διαχωρισμό καλοηθών και κακοήθων όζων, οι περισσότεροι όζοι με κακοήθεια είναι συμπαγείς, ακανόνιστοι και υποηχογενείς. Αποτιτανώσεις υπάρχουν σε 10-15% όλων των όζων και εάν εντοπίζονται στη περιφέρεια του όζου είναι υπέρ της καλοήθειας ενώ εάν υπάρχουν στικτές αποτιτανώσεις μέσα στον όζο είναι πιθανόν να πρόκειται για θηλώδες καρκίνωμα. Συμπερασματικά, το υπερηχογράφημα αποτελεί βασική εξέταση πρώτης γραμμής για τις παθήσεις του θυρεοειδούς αδένα και των παραθυρεοειδών αδένων και σε συνδυασμό με την κλινική εξέταση και τις κατάλληλες αιματολογικές εξετάσεις δίνει άμεσα και αναίμακτα μια αρκετά πλήρη και ασφαλή εικόνα στον κλινικό ιατρό για το σύνολο σχεδόν της παθολογίας του θυρεοειδούς αδένα και των παραθυρεοειδών αδένων.
Ηλίας Α. Νάκος Γεώργιος Ν. Κορμάς
Ιατρός Ακτινοδιαγνώστης Ιατρός Ακτινοδιαγνώστης